Αιγές

Αιγές
I
Πρόκειται για αρχαία τοπωνύμια που αναφέρονται σε πόλεις παραθαλάσσιες ή παραποτάμιες, αφιερωμένες συνήθως στον Ποσειδώνα, ή σε όρη και ακρωτήρια όπου υπήρχαν ιερά του. Υπάρχει και η παραλλαγή ΑίγαΑιγαία.
1. Ονομασία της σημερινής Λίμνης της Εύβοιας, όπου αρχαίοι συγγραφείς αναφέρουν πως υπήρχαν τα φαντασμαγορικά ανάκτορα του Ποσειδώνα και το ιερό του.
2. Πόλη της χερσονήσου Παλλήνης (Κασσάνδρας) της Χαλκιδικής, κοντά στην Ποτίδαια.
3. Παράλια πόλη της Αχαΐας στον Κορινθιακό κόλπο, που αναφέρεται από τον Όμηρο με την Ελίκη για τις προσφορές της προς τον Ποσειδώνα. Εκεί γαλουχήθηκε ο Δίας από μια άγρια κατσίκα, σύμφωνα με μια μυθολογική εκδοχή. Κατά τον Παυσανία, ερημώθηκε από μια επιδημία.
4. Ακρωτήριο της Λυδίας.
5. Ακρωτήριο της Αιολίδας, απέναντι στις Αργινούσες, στον Αδραμυττηνό Κόλπο.
6. Ακρωτήριο απέναντι από τηβορειοανατολική άκρη της Κύπρου, με φημισμένο Ασκληπιείο (το σύγχρονο Αγιάς).
7. Αρχαιότατη ονομασία τηςΈδεσσας.
II
Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 400 μ., 116 κάτ.) στην πρώην επαρχία Αιγιαλείας του νομού Αχαΐας. Βρίσκεται στη χαμηλή κοιλάδα του ποταμού Κριού, κοντά στα σύνορα με τον νομό Κορινθίας. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Αιγείρας.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • αἶγες — αἴξ goat masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Doric Greek — Distribution of Greek dialects in the classical period.[1] Western group …   Wikipedia

  • Dorien — Cet article concerne un ancien dialecte grec. Pour le peuple grec du même nom, voir Doriens. Distribution des dialectes du grec ancien durant la période cla …   Wikipédia en Français

  • αιγαίος — Προσωνυμία θεών και μυθολογικών προσώπων. Υπήρχαν Α. Ποσειδώνας, Α. Δίας, Α. ποταμός (στο νησί των Φαιάκων, πατέρας της νύμφης Μελίτης, αλλά και Αιγαία Μελίτη (νύμφη, ερωμένη του Ηρακλή, μητέρα του Ύλλου, βασιλιά της Ιλλυρίας). * * * α, ο (Α… …   Dictionary of Greek

  • αιγιαλός — Η ακρογιαλιά, ο γιαλός, η ακτή, το περιγιάλι, η ακροθαλασσιά. Η ξηρά που βρέχεται μόνιμα από θάλασσα και όχι από έκτακτες πλημμύρες. Ο α. αποτελεί κοινόχρηστο χώρο και ανήκει στο Δημόσιο, το οποίο μπορεί να τον εκμεταλλεύεται και να παραχωρεί… …   Dictionary of Greek

  • αρχέλαος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Ηρακλείδης, γιος του κατακτητή του Άργους Τημένου, που τον έδιωξαν οι αδελφοί του και πήγε στον βασιλιά της Μακεδονίας Κισσέα. Εκείνος του υποσχέθηκε ότι θα του δώσει σύζυγο την κόρη του, αν τον βοηθούσε σε μια δύσκολη… …   Dictionary of Greek

  • δωδεκάπολις — Αρχαίες ομοσπονδίες, που συνήθως συγκροτούνταν από την ίδια φυλή και αποτελούνταν από δώδεκα πόλεις. 1. Κοινόν των Αιολέων. Απαρτιζόταν από δώδεκα αιολικές πόλεις της Μικράς Ασίας, που αναφέρονται από τον Ηρόδοτο: Κύμη, Φρικωνίδα, Λάρισα, Νέον… …   Dictionary of Greek

  • εννοιάδες — ἐννοιάδες (Α) (κατά τον Ησύχ.) «ἐννοιάδες αἶγες, αἵ μὴ κορύπτουσιν» αίγες που δεν χτυπούν με το κεφάλι, δεν εμβολίζουν …   Dictionary of Greek

  • Aegean Sea — For the oil tanker Aegean Sea, see Aegean Sea oil spill …   Wikipedia

  • Eupolis — (griechisch Εὔπολις; * um 446 v. Chr.; † vermutlich 411 v. Chr.) war ein antiker griechischer Komödiendichter des 5. Jahrhunderts v. Chr. Er ist neben Aristophanes und Kratinos ein Hauptvertreter der attischen Alten Komödie. Inhaltsverzeichnis 1… …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”